Εδώ και μέρες κατακλυζόμαστε από ειδήσεις με τριπλό τόνο: δραματική αύξηση κρουσμάτων και θανάτων στις χώρες της δυτικής Ευρώπης, διαρκής ένταση των περιοριστικών μέτρων στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα την απαγόρευση κυκλοφορίας και την καταγραφή των κινήσεων των πολιτών, συνεχείς εγκλήσεις απέναντι στους πολίτες για ανευθυνότητα και αντικοινωνική συμπεριφορά από την κυβέρνηση και τους εντεταλμένους της.
Όμως, μπορεί κανείς με σοβαρότητα να ισχυριστεί ότι οι χειρισμοί της κυβέρνησης για τον έλεγχο και τον περιορισμό της πανδημίας του κορονοϊού είναι επιτυχημένοι;
Στην πραγματικότητα, η έκρηξη της πανδημίας αποκάλυψε τις τεράστιες
παθογένειες των εφαρμοζόμενων νεοφιλελεύθερων πολιτικών στην Ελλάδα και στην
Ευρώπη. Ανεπαρκή συστήματα υγείας, ιδιωτικοποιημένες δομές, περιορισμός των
κοινωνικών υπηρεσιών και των κρατικών και αυτοδιοικητικών δικτύων υποστήριξης.
Η ανάθεση στο «αόρατο χέρι» της αγοράς, που αναπαραγόταν ως θέσφατο ακόμα και
πριν λίγες μέρες από τον Άδωνι Γεωργιάδη, έχει οδηγήσει να μετράμε εκατοντάδες
νεκρούς καθημερινά στις αναπτυγμένες χώρες της δυτικής Ευρώπης.
Στην Ελλάδα, αναδεικνύεται η καμένη γη που άφησαν
πίσω τα μνημόνια, τα θηριώδη πλεονάσματα και η πολιτική αντιμετώπισης της
κρίσης με το βάρος να πέφτει στους εργαζόμενους, το δημόσιο σύστημα υγείας και
τις κοινωνικές δομές.
ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΡΟΥΣΜΑΤΩΝ Ή ΑΤΟΜΙΚΗ
ΕΥΘΥΝΗ;
Μέχρι στιγμής, η επιστημονική έρευνα, οι κατευθύνσεις του ΠΟΥ και τα
δεδομένα σχετικά με την διαχείριση της υγειονομικής κρίσης σε διαφορετικές
χώρες φτάνουν σε ένα συμπέρασμα: ο βαθμός διασποράς του ιού, αλλά και ο δείκτης
θνησιμότητας επί των κρουσμάτων εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το εύρος
εργαστηριακής επιβεβαίωσης και την ετοιμότητα των συστημάτων υγείας. Όπου πάρθηκαν άμεσα μέτρα καταγραφής και εργαστηριακής
επιβεβαίωσης, σε συνδυασμό με πρωτοβουλίες ενίσχυσης και στήριξης των
συστημάτων υγείας, η πανδημία τέθηκε ευκολότερα υπό έλεγχο.
Στην Κίνα, παρότι ήταν το πρώτο επίκεντρο της επιδημίας,
ο ρυθμός αύξησης των κρουσμάτων ξεκίνησε να φθίνει σημαντικά από την 12η
περίπου μέρα, ενώ από την 20η μέρα και μετά, η μεταβολή των κρουσμάτων
παρέμεινε σταθερή. Ίδια είναι η εικόνα, με πιο έγκαιρη σταθεροποίηση, στην
Νότια Κορέα. Αντίθετα, στην Ιταλία, μετά την 20ή μέρα, η αύξηση των κρουσμάτων
εξακολούθησε με αμείωτο ρυθμό, ενώ αντίστοιχη είναι η εικόνα και στις υπόλοιπες
χώρες της Ευρώπης, με εξαίρεση τη Σουηδία. Το ίδιο συμβαίνει και στις ΗΠΑ.
Αντίστοιχη είναι η εξέλιξη της πυκνότητας των θανατηφόρων κρουσμάτων. Στην αρχή
της επιδημίας, η θνησιμότητα με βάση τα επιβεβαιωμένα κρούσματα στο σύνολο της
Κίνας ήταν 17,3%, ενώ στην Γουχάν 20%. Με την εξαίρεση της επαρχίας Χουμπέι, σε
όλη την υπόλοιπη χώρα ο ρυθμός έφθινε, με αποτέλεσμα από την 1η Φεβρουαρίου να
διαμορφωθεί στο 0,7% για το σύνολο της χώρας και στο 5,8% για την Γουχάν. Στην
Νότια Κορέα, με δεδομένα αντληθέντα στις 17 Μαρτίου, η θνησιμότητα με βάση τα
επιβεβαιωμένα κρούσματα ανέρχεται στο 0,99% και είναι φθίνουσα.
Την ίδια στιγμή, στην Ιταλία, η θνησιμότητα με βάση τα
επιβεβαιωμένα κρούσματα, με δεδομένα της 17ης Μαρτίου, ανέρχεται στο 8% περίπου.
Στην Λομβαρδία, με δεδομένα της 16ης Μαρτίου, η θνησιμότητα με βάση τα
επιβεβαιωμένα κρούσματα ανέρχεται σε 9,6%, ενώ ο ρυθμός παραμένει υψηλός.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι διαφοροποιήσεις μεταξύ Κίνας και Ιταλίας σε επίπεδο
εργαστηριακής επιβεβαίωσης δεν είναι τόσο ευρείες, ώστε να δικαιολογούν την
απόκλιση στην αύξηση των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων και στην θνησιμότητα με βάση
τα επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Ιδιαίτερα εμφανείς είναι και οι διαφοροποιήσεις σε ότι
αφορά στην εργαστηριακή επιβεβαίωση των κρουσμάτων. Στις ασιατικές χώρες,
υιοθετήθηκε πολύ πιο εκτεταμένη εργαστηριακή επιβεβαίωση, ενώ δεν εξετάζονταν
μόνο όσοι νοσούσαν, αλλά εφαρμόστηκαν τυχαίοι, δειγματοληπτικοί έλεγχοι.
Πρέπει να σημειωθεί ότι, ενώ η Ιταλία έχει υιοθετήσει πολύ πιο περιορισμένα
μέτρα εργαστηριακών ελέγχων, βρίσκεται, λόγω της μεγαλύτερης διάρκειας της
επιδημίας και της ιδιαίτερης σοβαρότητας του προβλήματος, σε μία από τις
υψηλότερες θέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ σε επίπεδο εργαστηριακών
επιβεβαιώσεων. Είναι επίσης ενδεικτικό ότι οι ΗΠΑ, με το πλήρως
ιδιωτικοποιημένο σύστημα υγείας, βρίσκονται στις χαμηλότερες θέσεις της
παγκόσμιας κατάταξης.
Στην Ελλάδα, παρά τις ηρωικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού,
στην ουσία δεν υπάρχει σύστημα καταγραφής και επιβεβαίωσης των κρουσμάτων. Οι
περιορισμοί και οι ελλείψεις σε εργαστήρια και αντιδραστήρια έχουν οδηγήσει να
μην ελέγχονται καν σοβαρά περιστατικά, εφόσον δεν ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.
Δύο εβδομάδες μετά την σοβαρή εμφάνιση του πανδημικού φαινομένου στη χώρα
και αφού η κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη πολύ περιοριστικών κοινωνικά και οικονομικά
μέτρων, δεν έχει καν επιχειρήσει να προχωρήσει στην προμήθεια μαζικών
διαγνωστικών τεστ που να καλύπτουν σοβαρό τμήμα του πληθυσμού. Πρόκειται
για μια συνειδητή επιλογή, η οποία ακόμη και υπό αυτές στις ακραία επικίνδυνες
για τον πληθυσμό συνθήκες, επιχειρεί να λάβει τα ελάχιστα δυνατά μέτρα
ενίσχυσης και αποτελεσματικού εξοπλισμού της δημόσιας υγείας. Το μεγαλύτερο
μέρος των νοσούντων με κορονοϊό που εμφανίζουν ήπια συμπτώματα (δηλαδή πάνω από το 90%
των περιπτώσεων) δεν πρόκειται να διαγνωστεί ποτέ, χωρίς να συνυπολογίζονται οι
ασυμπτωματικοί φορείς του ιού.
Η συγκεκριμένη πολιτική έχει οδηγήσει στην Ελλάδα στην
καταγραφή εντελώς πλασματικών κρουσμάτων με ανορθολογικούς ρυθμούς. Στην
πραγματικότητα, κανείς δεν γνωρίζει ούτε κατά προσέγγιση των αριθμό των
κρουσμάτων, ενώ, είναι προφανές, ότι τα μέτρα αυτοπεριορισμού και καραντίνας
για όσους νοσούν ήπια ή έχουν έρθει σε επαφή με ήπια νοσούντες δεν μπορούν να
εφαρμοστούν, αλλά καλύπτονται κάτω από την έκκληση «μένουμε σπίτι», όπως
ακριβώς για τον γενικό πληθυσμό. Είναι προφανές ότι, σε συνθήκες έλλειψης
ακόμα και στοιχειωδών μεθόδων καταγραφής και περιορισμού με βάση τα κρούσματα,
η κυβέρνηση μεταθέτει την ευθύνη του περιορισμού της επιδημίας στην ατομική
ευθύνη.
ΑΣ ΜΗΝ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΝ ΟΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΥΣΗΣ ΤΟΥ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΓΕΙΑΣ
Σήμερα αποδεικνύεται με τρόπους που
ούτε οι πιο δύσπιστοι δεν μπορούν να αγνοήσουν, ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική
έχει τσακίσει το δημόσιο σύστημα υγείας. Η Ελλάδα έχει από τα χαμηλότερα
ποσοστά ΑΕΠ δαπανών υγείας, κοντά στο 5% όταν ο ίδιος δείκτης είναι 7,8% στην
Ε.Ε. και 8,0% στην ευρωζώνη. Σε όλες τις χώρες της ΕΕ και ειδικά στην Ελλάδα
κατά την περίοδο της κρίσης, οι πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού και του
«λιγότερου δημοσίου» οδήγησαν στην συρρίκνωση της δημόσιας νοσοκομειακής
περίθαλψης. Η αναλογία ΜΕΘ ανά κάτοικο, με 5 περίπου κλίνες ανά 100.000
κατοίκους, είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη. Εκτιμάται ότι 1 στους 7 από
όσους νοσούν θα χρειαστεί νοσοκομειακή περίθαλψη ενώ από αυτούς 1 στους 5 θα
χρειαστεί εισαγωγή σε ΜΕΘ. Η Ιταλία, όπου παρακολουθούμε τραγικές εικόνες ενός
συστήματος υγείας που λειτουργεί ήδη πέραν των ορίων του, ενώ οι νοσούντες ήδη
δεν μπορούν να λάβουν θεραπεία, διαθέτει 12,5 κλίνες ΜΕΘ ανά 100.000 κατοίκους
και βρίσκεται σε μία από τις υψηλότερες θέσεις.
Εξίσου ανεπαρκής είναι ο αριθμός του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού
στο ΕΣΥ. Μόνο στα χρόνια της κρίσης μετά το 2012 ο αριθμός των γιατρών του ΕΣΥ
μειώθηκε κατά χιλιάδες. Αντίστοιχα, δραματική είναι η υποστελέχωση σε νοσηλευτικό
προσωπικό. Βάσει στοιχείων μελέτης του 2018 και με βάση τις τακτικές ανάγκες
υπό κανονικές συνθήκες, «το ποσοστό ελλείμματος του υφιστάμενου -νοσηλευτικού –
προσωπικού σε σχέση με τις προβλεπόμενες οργανικές θέσεις κυμαίνεται από 31,80%
στην 1η ΥΠΕ (Αττικής) έως 19,27% στην 3η ΥΠΕ (Μακεδονίας) που συνιστά την
καλύτερα στελεχωμένη ΥΠΕ, ενώ ο μέσος όρος υποστελέχωσης των 7 ΥΠΕ είναι
25,13%».
Το αποτέλεσμα είναι ότι, ήδη από τώρα και ενώ βρισκόμαστε στα αρχικά στάδια
εξάπλωσης της επιδημίας, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό εκτίθεται σε
ιδιαίτερα επικίνδυνες συνθήκες, χωρίς προστατευτικά μέτρα, ενώ η καραντίνα
να έχει μειωθεί στο μισό της συνιστώμενης για το γενικό πληθυσμό, δημιουργώντας
προφανείς κινδύνους περαιτέρω διασποράς μέσα στα νοσοκομεία. Σε διαφορετική
περίπτωση, το σύστημα υγείας θα οδηγηθεί σε κατάρρευση. Είναι επίσης ενδεικτικό
ότι σε μία περίοδο που η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε αυστηρότατα μέτρα
περιορισμού της κοινωνικής ζωής των πολιτών, δεν έχει παύσει το επισκεπτήριο
στα νοσοκομεία! Αυτό γιατί η παρουσία συγγενών και οικείων υποκαθιστά και
καλύπτει λειτουργίες του ελλείποντος νοσηλευτικού προσωπικού στη φροντίδα και
περίθαλψη ασθενών. Αυτό σημαίνει αυτομάτως, σε περίπτωση έκθεσης στον ιό, την
εκθετική εξάπλωσή του.
Οι νοσοκομειακοί γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό που εδώ και χρόνια
προειδοποιούν για την διάλυση του δημόσιου συστήματος υγείας και αγωνίζονται
για την στήριξή του, αντιμετωπίζονταν από τον νεοφιλελεύθερο συρφετό περίπου ως
γραφικοί, αργόμισθοι υπάλληλοι που δήθεν καλύπτονται από «επαγγελματίες
συνδικαλιστές». Τα υποκριτικά καλέσματα για χειροκροτήματα από τα μπαλκόνια
και οι δηλώσεις περί ηρώων από την κυβέρνηση και το πολιτικό προσωπικό δεν
λύνουν κανένα πρόβλημα, αντιθέτως προκαλούν το κοινό αίσθημα και το ιατρικό και
νοσηλευτικό προσωπικό.
Παράλληλα, αποκαλύπτεται πόσο κενές και επικίνδυνες είναι οι
νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις για την υπεροχή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Ήδη από
τις πρώτες μέρες της πανδημίας, τα ιδιωτικά νοσοκομεία και θεραπευτήρια έχουν
ξεκαθαρίσει ότι δεν διαθέτουν τα αναγκαία μέσα για να αντιμετωπίσουν κρούσματα
κορονοϊού και θα τα παραπέμπουν στο δημόσιο σύστημα υγείας, ενώ η μόνη τους
συνεισφορά ήταν η μαυραγορίτικη λογική των υπερκοστολογημένων διαγνωστικών
τεστ.
ΝΑ ΜΗΝ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΣΕ ΕΠΙΘΑΝΑΤΙΟ ΡΟΓΧΟ
ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Η πολιτική της κυβέρνησης σε ότι αφορά στην διαχείριση της κρίσης
μεροληπτεί σκανδαλωδώς υπέρ των συμφερόντων του κεφαλαίου και της εργοδοσίας.
Μέσα σε 20 μέρες, πάνω από 50.000 εργαζόμενοι έχασαν τη δουλειά τους, χωρίς να
συνυπολογίζονται οι πλασματικές «οικειοθελείς αποχωρήσεις». Την ίδια στιγμή
εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι μετατρέπονται σε επιδοματούχους, βλέποντας
τους μισθούς τους να εξομοιώνονται με το επίδομα των 800 ευρώ, που σε μηνιαίο
επίπεδο είναι κατώτερο από τον κατώτατο μισθό. Από τα 22 δις των μέτρων
οικονομικής στήριξης, μόνο τα 2 δις προγραμματίζεται να κατευθυνθούν μέχρι
στιγμής σε άμεση στήριξη εργαζομένων και πληττόμενων ελεύθερων επαγγελματιών.
Ακόμα πιο σκανδαλώδης είναι η απουσία κάθε μέτρου περιορισμού, ελέγχου και έστω
και μερικής απαγόρευσης των απολύσεων και η λογική των αντικινήτρων για την
εργοδοσία, από την οποία τελικά θα εξαρτάται η διατήρηση ή μη των θέσεων
εργασίας. Ταυτόχρονα, η σύνδεση των απολύσεων με τα οικονομικά κίνητρα των
επιχειρήσεων έχει ορίζοντα λήξης τον τερματισμό των έκτακτων μέτρων, με αποτέλεσμα
οι εργαζόμενοι να είναι άμεσα εκτεθειμένοι αμέσως μετά την καραντίνα.
Η πανδημία εξελίσσεται σε επιθανάτιο ρόγχο των
εργατικών δικαιωμάτων,
καθώς οι έκτακτες συνθήκες δικαιολογούν – με την επίσημη σφραγίδα πλήθους ΠΝΠ
και Υπουργικών αποφάσεων – κάθε είδους μονομερείς βλαπτικές μεταβολές των
όρων εργασίας. Το κύμα από διαθεσιμότητες, εκ περιτροπής εργασία, μειώσεις
μισθών, η ελεύθερη μεταφορά προσωπικού σε ενδοομιλικό επίπεδο, η απουσία
ειδικών αναρρωτικών αδειών, αλλά ακόμα και η σύνδεση της άδειας ειδικού σκοπού
των γονέων εργαζομένων με την κανονική άδεια είναι μερικές από τις πλευρές της
διάλυσης των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Αλλά και η παροχή δυνατότητας αναστολής
των συμβάσεων εργασίας ακόμα και στις επιχειρήσεις που δεν αναστέλλουν την λειτουργία
τους με κυβερνητική απόφαση, η γενίκευση της τηλεργασίας και κάθε είδους
ελαστικών σχέσεων και ωραρίου.
Την ίδια στιγμή, ανεστάλη η ισχύς της διάταξης που
απαγορεύει την πολιτική επιστράτευση ή κάθε μορφής επίταξη προσωπικών υπηρεσιών
ως μέτρο αντιμετώπισης απεργίας, δηλαδή χτυπήθηκε βάναυσα το απεργιακό δικαίωμα, δείχνοντας τον δρόμο για το πώς η
κυβέρνηση σκοπεύει να αντιμετωπίσει όποια απόπειρα αντίστασης.
Ταυτόχρονα, παρά τα πρωτοφανή μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας των πολιτών
και τις δρακόντειες απαγορεύσεις, δεν έχει ληφθεί καμία μέριμνα για τον
έλεγχο των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας όπου δεν
υπάρχει επαφή με το κοινό, η λήψη μέτρων έχει αφεθεί στο … «διευθυντικό
δικαίωμα» μια στην ευχέρεια των εργοδοτών, ενώ διαρκώς καταγγέλλονται συνθήκες
υγειονομικής βόμβας σε μαζικούς χώρους εργασίας.
Οι έκτακτες συνθήκες της πανδημίας διαμορφώνουν ταυτόχρονα σοβαρούς
κινδύνους για τα δημοκρατικά δικαιώματα, θέτουν υπό διακύβευση την εξασφάλιση
ακόμα και στοιχειωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων για ομάδες του πληθυσμού,
αλλά και χρησιμοποιούνται ως κάλυψη για την σκλήρυνση της καταστολής. Από την κατάθεση
στην αρμόδια διαρκή κοινοβουλευτική επιτροπή του νομοσχεδίου για τον περιορισμό
των διαδηλώσεων εν μέσω πανδημίας, έως την απεριόριστη δυνατότητα της
αστυνομίας να απαγορεύει κατά το δοκούν κάθε είδους συναθροίσεις και την εξαγγελλόμενη
καταγραφή των κινήσεων κάθε πολίτη, φαίνεται ότι η κυβέρνηση δεν επιβάλλει
απλώς μέτρα περιστολής δικαιωμάτων για να καλύψει τη γύμνια των διαθέσιμων
μέσων αντιμετώπισης της πανδημίας, αλλά και αξιοποιεί την κρίση ως ευκαιρία για
την μεγαλύτερη εμπέδωση μιας αυταρχικής στροφής. Ενώ, με απόλυτο κυνισμό εξαγγέλλεται
ο περιορισμός των προσφύγων σε κλειστές δομές, με προφανείς τους κινδύνους για
την υγεία και την ζωή τους, αντί να λαμβάνονται αποφάσεις επίταξης των – ούτως
ή άλλως κλειστών – ξενοδοχείων για την στέγαση των προσφύγων, αλλά και των
αστέγων και την εξασφάλιση συνθηκών στοιχειώδους υγιεινής και περίθαλψης.
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ- ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ – ΑΓΩΝΑΣ
Η κοινωνία δεν μπορεί και δεν πρέπει να μείνει άφωνη και άβουλη απέναντι στις
εξελίξεις. Απέναντι στο αδιαμφισβήτητο πλέον γεγονός ότι οι νεοφιλελεύθερες
πολιτικές διακυβεύουν το δικαίωμα στη ζωή και στην υγεία ολόκληρων πληθυσμών,
απέναντι στην απόκρυψη των ευθυνών των κυβερνητικών πολιτικών πίσω από τον
μανδύα της ατομικής ευθύνης, αλλά και απέναντι στην δυστοπία που προδιαγράφεται
με την περιστολή κάθε είδους δικαιώματος, πρέπει να σηκώσουμε ανάστημα.
Τηρώντας τα μέτρα ατομικής και συλλογικής προστασίας, αλλά ταυτόχρονα
διαμορφώνοντας δομές αλληλεγγύης και συλλογικότητας για όσους βρίσκονται στην
μεγαλύτερη ανάγκη. Πάνω απ’ όλα, διεκδικώντας εδώ και τώρα τη λήψη άμεσων
μέτρων ενίσχυσης του συστήματος δημόσιας υγείας, ενίσχυσης των δομών κοινωνικής
προστασίας, αλλά και εφαρμογής πολιτικών προστασίας των εργαζομένων.
Έχει έρθει η ώρα να αναλογιστούμε και να αντιδράσουμε. Για όσους δεν έβγαλαν
συμπεράσματα από την διεθνή κρίση και τις συνέπειές της, αλλά και από την
κλιματική αλλαγή και τα αποτελέσματά της, έχει φτάσει η στιγμή να γίνει
κατανοητό ότι το αδηφάγο, εκμεταλλευτικό σύστημα παράγει επίσης διεύρυνση των
μολυσματικών νόσων και του κόστους σε ανθρώπινες ζωές. Ο νέος κορονοϊός, όπως και
οι προηγούμενοι κορονοϊοί SARS και MERS που προκάλεσαν επιδημικά φαινόμενα, ο έμπολα, άλλα παθογόνα, είναι
άμεσο αποτέλεσμα της περιβαλλοντικής καταστροφής, της διάλυσης των
οικοσυστημάτων σε παγκόσμια κλίμακα που με φυσικό τρόπο περιόριζαν την ανάπτυξη
και διασπορά τέτοιων φαινομένων, της αγροτοδιατροφικής και ζωικής παραγωγής σε
μεγακλίμακα που διευρύνει τις δυνατότητες μετάδοσης μολυσματικών παραγόντων.
Είναι στο χέρι μας το αν η επόμενη μέρα της
πανδημίας θα μας φέρει μπροστά σε συνθήκες μεγαλύτερης εξατομίκευσης, απάθειας
και απογοήτευσης, ή σε ένα νέο γύρο αγώνων, ενάντια στις πολιτικές που
εξοντώνουν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, αλλά και ενάντια σε ένα σύστημα όπου
η αχαλίνωτη κερδοφορία μετακυλίει συνολικά τα κόστη στους πιο αδύναμους.
Φωτογραφία: JUAN BARRETO