Απαντήσεις της Ανυπότακτης Αττικής για τη διαχείριση απορριμμάτων

Απαντήσεις της Ανυπότακτης Αττικής για τη διαχείριση απορριμμάτων

Απαντήσεις στις ερωτήσεις του notimetowaste.gr για τη διαχείριση των απορριμμάτων προς τις υποψήφιες παρατάξεις για την Περιφέρεια Αττικής και το Δήμο της Αθήνας, από την Ανυπότακτη Αττική.

1.    Η περιοχή Α. Λιοσίων – Φυλής υποδέχεται, για 50 χρόνια σχεδόν, τα απορρίμματα της Αττικής. Στην παλιά χωματερή και στο ΧΥΤΑ έχουν ταφεί πάνω από 150 εκατομμύρια τόνοι και έχουν χαρακτηριστεί -από την επιτροπή αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου- «μνημείο περιβαλλοντικού χάους, αρρώστιας και ανθρώπινου πόνου για τις 3 επόμενες γενιές».  Η χωρητικότητα του ΧΥΤΑ Φυλής εξαντλείται τους πρώτους μήνες του 2020. Συμφωνείτε με το αίτημα να μη γίνει καμία νέα επέκταση του ΧΥΤΑ και να κλείσει άμεσα η εγκατάσταση της Φυλής;

Ναι. Ο ΧΥΤΑ Φυλής είναι μία φαραωνική εγκατάσταση που δέχεται σχεδόν το σύνολο των αστικών στερεών αποβλήτων της Αττικής, στην οποία παράγονται σχεδόν 2.000.000 τόνοι απορριμμάτων ετησίως. Η επί τόσες δεκαετίες επιβάρυνση της Φυλής με τα απορρίμματα των 4 εκατομμυρίων κατοίκων και των 66 δήμων της Αττικής αποτελεί μια καταστροφική επιλογή με τεράστιες οικολογικές και κοινωνικές επιπτώσειςκαι πρωτίστως με επικίνδυνες συνέπειες για την υγεία των κατοίκων, λόγω της επιβαρυμένης τοξικής ατμόσφαιρας.

Είναι ευρέως γνωστό ότι ο ΧΥΤΑ Φυλής έχει φτάσει σε όριο εξάντλησης. Ένα ρήγμα στο κύτταρο εναπόθεσης απορριμμάτων οδήγησε πρόσφατα, αρχικά στο κλείσιμο και στη συνέχεια στην υπολειτουργία των εγκαταστάσεων, με αποτέλεσμα να καταστεί αφόρητο το πρόβλημα των απορριμμάτων στην Αττική.

Αντί το δεδομένο αυτό να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για άμεσο ριζικό αναπροσανατολισμό της διαχείρισης απορριμμάτων στην Αττική,οδηγηθήκαμε σενέα επέκταση με τη δημιουργία νέου κυττάρου, οαποτεφρωτήρας των επικίνδυνων υγειονομικών αποβλήτων παραμένει στη θέση του και σχεδιάζεται η επέκταση του εργοστασίου επεξεργασίας σύμμεικτων σκουπιδιών (ΕΜΑΚ)από 250.000 τόνουςσε 450.000 τόνους κατ’ έτος.

Η περιφερειακή κίνηση ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΤΤΙΚΗ ζητεί να μην πραγματοποιηθεί καμία νέα επέκταση του ΧΥΤΑ και να κλείσει άμεσα και οριστικά η τερατώδης εγκατάσταση της Φυλής. Ταυτόχρονα, η Περιφέρεια Αττικής πρέπει να μεριμνήσει για την ένταξη της ευρύτερης περιοχής του ΟΕΔΑ Φυλής σε άμεσο πρόγραμμα περιβαλλοντικής αξιολόγησης – αποκατάστασης.

2.    Σήμερα, το 98% του συνόλου των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ) της Αττικής οδηγούνται στηΔυτική Αττική. Από αυτά, το 95,5% οδηγείται στην εγκατάσταση της Φυλής και το 88% καταλήγει στο χώρο ταφής (ΧΥΤΑ).Συμφωνείτε ότι πρέπει να υπάρξει αναλογικός επιμερισμός των βαρών της διαχείρισης των απορριμμάτων -με χωροταξικά και πληθυσμιακά κριτήρια; Αν ναι, συμφωνείτε με τη δημιουργία αποκεντρωμένων υποδομών διαχείρισης των υπολειμματικών σύμμεικτων απορριμμάτων και νέων χώρων υγειονομικής ταφής του υπολείμματος (ΧΥΤΥ) της επεξεργασίας;  

Ναι. Η ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΤΤΙΚΗ στηρίζει ένα άλλο μοντέλο διαχείρισης των απορριμμάτων που θα στηρίζεται στην πρόληψηαφενός και στην αποκέντρωσηαφετέρου. Οι δύο αυτοί άξονες πρέπει να εφαρμοστούν μαζί, προκειμένου να επιτευχθεί πράγματι μια ριζική μεταστροφή του καταστροφικού παρόντος μοντέλου. Δεν μπορούν να παρουσιάζονται ως «λύσεις» τα σχέδια για νέα ΧΥΤΥ σε Γραμματικό ή Κερατέα λόγω δήθεν υλοποίησης της «αποκέντρωσης».

Πέραν της εξακολούθησης της επιβάρυνσης συγκεκριμένων περιοχών και των προβλημάτων στη χωροθέτηση των εγκαταστάσεων, δεν αποτελεί λύση η δημιουργία νέων εγκαταστάσεων τύπου Φυλής, αλλά αναπαραγωγή του προβλήματος. Έτσι, είναι ασφαλώς αναγκαία η συγκρότηση ενός δημόσιου συστήματος αποκεντρωμένων εγκαταστάσεων μικρής κλίμακας υπό τη διαχείριση των Δήμων και Περιφερειών. Ένα σύστημα αποκέντρωσης βασίζεται στη λογική της αναλογικής διαχείρισης των αποβλήτων κάθε περιοχής από τις δικές της εγκαταστάσεις, οι οποίες,λόγω του μειωμένου όγκου αποβλήτων,θα έχουν χαμηλά επίπεδα όχλησης και μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Παράλληλα, όμως, κρίσιμος στόχος αποτελεί η δραστική μείωση των σύμμεικτων και η αύξηση της ανάκτησης υλικών προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι ροές ταφής σε ΧΥΤΥ, που φέρουν εγγενείς κινδύνους ρύπανσης, μεταφοράς ασθενειών, πυρκαγιών.

Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να δρομολογηθούν άμεσα διαδικασίες προδιαλογής και υποδομές διαχείρισης των υπολειμματικών σύμμεικτων απορριμμάτων με σκοπό την ενίσχυση της ανάκτησης μέσω διαχειριστικών ενοτήτων δε επίπεδο περιφερειών, ή όμορων δήμων. Αναγκαία είναι, επίσης, και ανώτατα όρια στην υποδοχή υπολειμμάτων διαχείρισης προς ταφή. Συγχρόνως, προωθούμε στοιχεία μια συνολικά εναλλακτικής διαχείρισης απορριμμάτων μέσω της προώθησης της κομποστοποίησης σε οικιακό, επιχειρησιακό δημοτικό επίπεδο, προγραμμάτων διαλογής στην πηγή, τονπρογραμματισμό χωριστής συλλογής ειδικών αποβλήτων, δράσεις και κίνητρα για τη συμμετοχή των πολιτών σε διαδικασίες ανακύκλωσης, προδιαλογής και κομποστοποίησης.

Ειδικά η ανακύκλωση στην Αττική απαιτεί ριζική αναθεώρηση ώστε να ενσωματωθεί στο σύστημα διαλογής στην πηγή των ΟΤΑ. Τα προγράμματα ανακύκλωσης πρέπει να περάσουν στον δημόσιο έλεγχο των Δήμων, να λειτουργούν με διαφάνεια και να ενισχυθούν δραστικά. Παρότι στοιχεία τέτοια προβλέφθηκαν στο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων του 2015, οι Περιφέρειες και οι Δήμοι αλλά και η κεντρική διοίκηση, δεν έχουν προχωρήσει ούτε κατ’ ελάχιστον στην ανάπτυξη έστω και μερικώς μιας βιώσιμης πολιτικής διαχείρισης απορριμμάτων. Συγκεκριμένα, στην Αττική, αντί για το παραπάνω, εξακολουθεί να επιβαρύνεται ο ΧΥΤΑ Φυλής. Χωρίς την ουσιαστική έναρξη λειτουργίας υποδομών για την προδιαλογή, ανακύκλωση, επαναχρησιμοποίηση και το δραστικό περιορισμό των σύμμεικτων η δημιουργία νέων ΧΥΤΑ/ΧΥΤΥ δεν θα επιλύσει το πρόβλημα, ειδικά εφόσον δεν εφαρμοστεί αποκέντρωση αλλά και σχεδιασμός σε χωροταξικά και περιβαλλοντικά κατάλληλους χώρους.

Συνεπώς, η δημιουργία ενός υπέρμετρα ακριβού ΧΥΤΥ στο Γραμματικό,καθώς και οι σκέψεις για χωροθετήσεις νέων ΧΥΤΑ/ΧΥΤΥ σε ανενεργά λατομεία και μεταλλεία της Δυτικής Αττικής θα επιβαρύνουν. Το πρόβλημα της διαχείρισης απορριμμάτων με τις επικίνδυνες λογικές της συγκέντρωσης και διατήρησης σύμμεικτων προς ταφή έχει καταστεί εκρηκτικό και χρήζει άμεσης κινητοποίησης, στην κατεύθυνση μιας δημόσιας, αποκεντρωμένης και οικολογικής διαχείρισης απορριμμάτων, που δεν θα θάβει ολόκληρες περιοχές στα σκουπίδια προς όφελος της τουριστικής και επενδυτικής αξιοποίησης άλλων.

3.    Το ισχύον Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) ορίζει ότι: «Μέθοδοι θερμικής ανάκτησης ενέργειας δευτερογενών στερεών καυσίμων, όπως η καύση, η αεριοποίηση, η πυρόλυση, η αεριοποίηση Plasma κ.ά. θεωρούνται διεργασίες υψηλής περιβαλλοντικής όχλησης και βάσει της αρχής της προφύλαξης δεν ενδείκνυνται από τον παρόντα σχεδιασμό. Ως εκ τούτου, τεχνικές που παράγουν RDF/SRF δεν ενδείκνυνται για την επεξεργασία των απορριμμάτων καθότι απομακρύνουν υλικά που πρέπει να οδεύουν προς ανακύκλωση». Πώς αντιμετωπίζετε την προσπάθεια επαναφοράς στο προσκήνιο και υιοθέτησης πρακτικών καύσης των απορριμμάτων; Ποιες νομίζετε ότι θα είναι επιπτώσεις στο περιβάλλον και στο τελικό κόστος των υπηρεσιών διαχείρισης των απορριμμάτων;

Η ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΤΤΙΚΗ απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε σκέψη για επαναφορά της καύσης και γενικότερα όλες τις συγγενείς τεχνολογίες θερμικής επεξεργασίας των απορριμμάτων (αλλά και των βιομηχανικών και νοσοκομειακών αποβλήτων).
Η καύση είναι επικίνδυνη για την υγεία των πολιτών και για το περιβάλλον. Οι μονάδες καύσης, ανεξαρτήτως της σύγχρονης ή μη τεχνολογίας τους, παράγουν μεγάλες ποσότητες επικίνδυνων αέριων ρύπων και τοξικών στερεών αποβλήτων. Γι’ αυτό και η πρακτική της καύσης έχει συνδεθεί με την αύξηση καρκινογενέσεων, αυξημένες συγκεντρώσεις διοξινών, αυξημένα αναπνευστικά προβλήματα και άλλες σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία.

Η καύση είναι η πλέον ακριβή μέθοδος – κοστίζει πολλαπλάσιαπερισσότερο από κάθε άλλη μέθοδο διαχείρισης απορριμμάτων και επιβαρύνει το δημόσιο.
Η καύση, λόγω του υπέρογκου κόστους της, λειτουργεί αποτρεπτικά σε σχέση με τη στροφή σε οικολογικές, εναλλακτικές μεθόδους, ενώ επιπλέον οδηγεί σε απώλεια των πλεονεκτημάτων της ανακύκλωσης, ανάκτησης και επαναχρησιμοποίησης.
Οι επιπτώσεις αυτής της μεθόδου έχουν καταγγελθεί από τα κινήματα και τους πολίτες, όπως στην περίπτωση του εργοστασίου της ΑΓΕΤ Ηρακλής στο Βόλο που καίει RDF, με κινητοποιήσεις και μαζικούς αγώνες.

4.    Κατά γενική ομολογία, τα τοπικά (δημοτικά) σχέδια διαχείρισης απορριμμάτων (ΤΟΣΔΑ) παραμένουν ανεφάρμοστα.Ιδιαίτερα σε ότι αφορά τοπικές δημοτικές υποδομές προδιαλογής υλικών (ανακυκλώσιμων, οργανικών), οι οποίες αποτελούν προϋπόθεση για την επίτευξη των υψηλών στόχων (53%, για την Αττική) προδιαλογής, μέχρι το 2020. Σε ποιους παράγοντες αποδίδετε τη μη εφαρμογή των τοπικών σχεδίων και τι θεωρείτε απαραίτητο για να υπάρξει μια ριζική αντιστροφή του φαινομένου;

Τα Περιφερειακά και Δημοτικά Σχέδια Διαχείρισης Απορριμμάτων παραμένουν ανεφάρμοστα ή και εν πολλοίς ανεπαρκή, και ιδίως σε ό,τι αφορά την εισαγωγή στοιχείων μιας αειφόρας και βιώσιμης διαχείρισης, κατά βάση για λόγους που αφορούν αφενός σε συνειδητές πολιτικές ανισόμετρης «ευαισθησίας» και υποβάθμισης περιοχών και αφετέρου σε παγιωμένες αντιλήψεις για το χαρακτήρα και τον προσανατολισμό της Αυτοδιοίκησης.

Οι αγώνες των κατοίκων, αλλά και των οικολογικών και περιβαλλοντικών φορέων και της επιστημονικής κοινότητας, δεν επιτρέπουν πλέον να αποδίδεται η εξακολούθηση επικίνδυνων πολιτικών διαχείρισης απορριμμάτων σε άγνοια για τις άμεσες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους.

Η πολιτική των σύμμεικτων και των συγκεντρωμένων εγκαταστάσεων, όπως το τερατούργημα της Φυλής, ή και η επαναφορά της οικονομικά σκανδαλώδους μεθόδου της καύσης, είναι συμφέρουσες για τα εργολαβικά συμφέροντα των ιδιωτών – αναδόχων που χρόνια τώρα λυμαίνονται τις υπηρεσίες διαχείρισης απορριμμάτων με χρήματα των πολιτών.
Η αδράνεια των τοπικών και περιφερειακών αρχών για την εφαρμογή φιλικών προς τους πολίτες μεθόδων καταδεικνύει την αδιαφορία για την εφαρμογή πολιτικών που θα εξυπηρετούν τις ανάγκες των πολιτών και την προσκόλληση στις στενές σχέσεις των διοικήσεων της τοπικής αυτοδιοίκησης με τα επιχειρηματικά συμφέροντα που δραστηριοποιούνται στον ιδιαίτερα επικερδή κλάδο της διαχείρισης απορριμμάτων.

Την ίδια στιγμή, η διαχείριση των απορριμμάτων δεν μπορεί να αποκοπεί από τις συνολικά εφαρμοζόμενες πολιτικές στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η νοσηρή επιμονή στη συντήρηση και επέκταση τεράστιων εγκαταστάσεων ταφής σύμμεικτων, υποβαθμίζει συνειδητά συγκεκριμένες περιοχές, όπως τη Δυτική Αττική και τις καθιστά υποδοχείς των σκουπιδιών των υπολοίπων.

Η υποβάθμιση και αδιαφορία για την υγεία, το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής λαϊκών περιοχών προς όφελος της δημιουργίας «επενδυτικών ευκαιριών» σε άλλες, στηρίζει τη συντήρηση των ανισοτήτων και είναι επέκταση μιας συνειδητής ταξικής πολιτικής. Μιας πολιτικής «ανάπτυξης» που χωρά τραγικά λίγους. Που θάβει ολόκληρεςπεριοχές στα σκουπίδια για τη δημιουργία «καθαρών βιτρινών». Η πιο χαρακτηριστική απόδειξη μιας τέτοιας πολιτικής είναι το απαράδεκτο καθεστώς των «αντισταθμιστικών ενισχύσεων» στο Δήμο Φυλής, που σε καμία περίπτωση δεν αντισταθμίζουν την τεράστια βλάβη στην υγεία και το περιβάλλον.

Η εφαρμογή μιας εναλλακτικής και αειφόρας στρατηγικής στη διαχείριση των απορριμμάτων προϋποθέτει μια συνολική αναδιάταξη προτεραιοτήτων για τους θεσμούς της αυτοδιοίκησης. Την στροφή σε μια πολιτική που θα έχει ως προτεραιότητα τις ανάγκες της κοινωνίας και θα ανοίγει την αυτοδιοίκηση στους πολίτες, θα αναπτύσσει θεσμούς κα μηχανισμούς συμμετοχής των πολιτών στη διαχείριση όλων των ζητημάτων που άπτονται της καθημερινότητά στους. Αντίθετα, μέχρι σήμερα κυριαρχούν οι λογικές που καθιστούν την αυτοδιοίκηση ξένη απέναντι στην πλειοψηφία των πολιτών, ενώ ο κοινωνικός έλεγχος και η συμμετοχή εκλείπουν.

Για να υπάρξει μια ριζική αντιστροφή του φαινομένου χρειάζεται η μαζική κινητοποίηση και η δημιουργία ενός πλατιού, ενιαίου, μετώπου αγώνα από κινήματα πόλης και πρωτοβουλίες κατοίκων, οικολογικές και περιβαλλοντολογικές οργανώσεις και φορείς, κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις σε τοπικό (δημοτικό) και περιφερειακό επίπεδο. Χρειάζεται η πρόταξη συγκροτημένων θέσεωνγια μια εναλλακτική μέθοδο διαχείρισης των απορριμμάτων, αλλά και μια ισχυρή μια πλατιά βάση κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα διεκδικήσει την εφαρμογή τους.

5.    Θεσμικοί παράγοντες (κυβερνητικά και αυτοδιοικητικά στελέχη) και επιχειρηματικά συμφέροντα προωθούν τη λογική της εκχώρησης -συνολικής ή μερικής- των υπηρεσιών διαχείρισης των απορριμμάτων στον ιδιωτικό τομέα.Ποια είναι η δική σας θέση; Συμφωνείτε ότι πρέπει να διασφαλιστεί η δημόσια – κοινωνική διαχείριση των απορριμμάτων;  Αν ναι, με ποιο τρόπο;

Η ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΤΤΙΚΗ αγωνίζεται ενάντια στην παράδοση της υπηρεσίας διαχείρισης των απορριμμάτων σε ιδιώτες, μέσα από την ανάθεση συμβάσεων ή τη συγκρότηση συμπράξεων με ΣΔΙΤ.

Η εκχώρηση αυτής της τόσο κρίσιμης υπηρεσίας στα ιδιωτικά συμφέροντα είναι κοστροβόρα και ζημιώνει το δημόσιο, πλήρως αδιαφανής και διαιωνίζει το πρόβλημα και την αδιαφορία για τις ρυπογόνες και επιβλαβείς για την υγεία πρακτικές.
Οι δε υπηρεσίες ανακύκλωσης, που έχουν παραχωρηθεί πλήρως σε ιδιώτες και λειτουργούν προφανώς αναποτελεσματικά υπό εντελώς αδιαφανές καθεστώς, πρέπει να αναληφθούν από τους ίδιους τους Δήμους και ως προς τη συλλογή και ως προς τη διαχείριση.

Μόνο η εξασφάλιση του κοινωνικού ελέγχου των υπηρεσιών διαχείρισης απορριμμάτων, από αυτούς δηλαδή τους αφορά, μπορεί να επιτύχει μια κοινωνικά δίκαιη διαχείριση, αλλά και να δώσει το κίνητρο για την ενίσχυση των ήπιων μορφών διαχείρισης απορριμμάτων.

Στηρίζουμε ένα δημόσιο σύστημα υπηρεσιών διαχείρισης απορριμμάτων, που επιτρέπει τον κοινωνικό έλεγχοσε όλα τα επίπεδα της διαχείρισης. Οι ΟΤΑ μπορούν να εσωτερικεύσουν με προσωπικό τις αναγκαίες εργασίες, μειώνοντας το αχρείαστο κόστος, με διαμόρφωση εναλλακτικών πολιτικών διαχείρισης και σχεδίων πρόληψης δημιουργίας και μείωσης της παραγωγής αποβλήτων, την ανάκτηση και επαναχρησιμοποίηση υλικών.Με τη συνεργασία των ΟΤΑ για δημόσιες εγκαταστάσεις διαχείρισης σε επίπεδο περιφέρειας ή μεγάλων ομάδων δήμων.