Χαιρετισμός της Δήμητρας Βελέντζα | Συλλαλητήριο 28/7 Σύνταγμα
Χαιρετισμός της Δήμητρας Βελέντζα στο Συλλαλητήριο 28/7 στο Σύνταγμα, ενάντια στην καταστροφική διαχείριση των πυρκαγιών από την κυβέρνηση.
Χαιρετισμός της Δήμητρας Βελέντζα στο Συλλαλητήριο 28/7 στο Σύνταγμα, ενάντια στην καταστροφική διαχείριση των πυρκαγιών από την κυβέρνηση.
Για άλλη μια χρονιά η μηδενική ετοιμότητα και η απαξίωση των μηχανισμών πρόληψης και καταστολής δασικών πυρκαγιών, αλλά και πολιτικής προστασίας θέτουν την κυβέρνηση της ΝΔ και το Μητσοτάκη προ των ευθυνών τους. Η ανυπολόγιστη περιβαλλοντική καταστροφή και η καταστροφή περιουσιών στην Πεντέλη, αλλά και οι μεγάλες πυρκαγιές σε Μέγαρα και Σαλαμίνα και η πρωτοφανής καταστροφή που εξελίσσεται στη Δαδιά αποδεικνύουν για μια φορά ακόμα ότι το νεοφιλελεύθερο κυβερνητικό δόγμα οδηγεί συνεχώς σε ανθρώπινες και περιβαλλοντικές τραγωδίες. Το θράσος της ΝΔ περισσεύει, όταν στο φόντο αυτό δηλώνει πλήρως ικανοποιημένη από την διαχείριση των πυρκαγιών, ενώ ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δεν διστάζει να λέει ότι είναι αναπόφευκτο κάποιες πυρκαγιές να μην μπορούν να ελεγχθούν και να καταλήγουν σε τέτοια φαινόμενα, ενώ πανηγυρίζουν για την «ετοιμότητα» του κυβερνητικού μηχανισμού.
Υπάρχει όμως κάποια σχέση ανάμεσα στους ισχυρισμούς της κυβέρνησης (αλλά και της Περιφέρειας) και την πραγματικότητα;
Η επανάληψη, κάθε χρόνο, των ίδιων φαινομένων δεν είναι τυχαία. Οφείλεται στην αποδιάρθρωση των μηχανισμών πρόληψης και καταστολής και στην νεοφιλελεύθερη, καταστροφική πολιτική της κυβέρνησης.
Ενώ η κυβέρνηση με θράσος πανηγυρίζει για την αποτελεσματικότητα του σχεδιασμού της, η Ελλάδα βρέθηκε πέρυσι στην χειρότερη θέση μεταξύ 15 μεσογειακών χωρών και στη χειρότερη κατάσταση των τελευταίων 20 χρόνων, με 1,5 εκ. καμένα στρέμματα δασικών εκτάσεων και με ολοσχερώς κατεστραμμένα τεράστια δάση. Το 2021 αυξήθηκε κατά 43% ο αριθμός των δασικών πυρκαγιών σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2008-2020, αλλά και κατά περίπου 500% η συνολικά καμένη έκταση. Φέτος, ήδη πριν την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, έχει σημειωθεί νέο αρνητικό ρεκόρ: έως τον Απρίλιο καταγράφηκαν 30 δασικές πυρκαγιές έναντι 4,4 για το διάστημα 2008-2021 που έκαψαν 10.330 στρέμματα, έναντι 375 στρεμμάτων για το διάστημα 2008-2021, καταγράφοντας αύξηση σε ποσοστό 750% και 275% αντίστοιχα. Ενώ, μόνο η πυρκαγιά της Πεντέλης κατέκαψε πάνω από 20.000 στρέμματα, και, χωρίς να έχει ακόμα ολοκληρωθεί η καταγραφή, έχουν καταστραφεί πάνω από 100 κατοικίες και επιχειρήσεις.
Η πυρκαγιά στην Πεντέλη, αλλά και στα Μέγαρα, έδειξε ότι, για μια ακόμα χρονιά, η κυβέρνηση βαφτίζει επιτυχημένο επιχειρησιακό σχεδιασμό μια πολιτική που, σχεδόν το μόνο που κάνει είναι εκκενώσεις για να αποφύγει το κόστος της απώλειας ανθρώπινων ζωών. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις περσινές πυρκαγιές, που ενώ η Εύβοια κατακαιγόταν επί 10 μέρες, με ασύλληπτες καταστροφές στο περιβάλλον, την πανίδα, τις περιουσίες και το ζωικό κεφάλαιο των πληθυσμών της περιοχής, η κυβέρνηση θεωρούσε ότι μπορεί να χαρακτηρίζει επιτυχημένο τον σχεδιασμό της επειδή δεν απειλήθηκαν ανθρώπινες ζωές; Την ίδια στιγμή, δασολόγοι και άλλοι επιστήμονες, αλλά και αξιωματικοί της Πυροσβεστικής επανειλημμένα χαρακτηρίζουν τις τυφλές εκκενώσεις επιεικώς προβληματικές, αφού, αφενός διευκολύνουν την καταστροφή κατοικιών και περιουσιών απαγορεύοντας στους πολίτες να σώσουν τα σπίτια τους και αφ’ ετέρου δυσκολεύουν τον έλεγχο των πυρκαγιών και την αντιμετώπισή τους, αναγκάζοντας την Πυροσβεστική να προστατεύει περιουσίες αντί να περιορίζει τα μέτωπα των πυρκαγιών. Ενώ, ήδη από την περσινή χρονιά, ορισμένοι εξ αυτών σαφώς δηλώνουν ότι η πολιτική των εκκενώσεων δεν αποτελεί σχεδιασμό, αντίθετα είναι προσπάθεια να καλυφθεί η παντελής έλλειψη σχεδιασμού, πολλές φορές έχει καταστροφικές συνέπειες και γίνεται με αποκλειστικό κριτήριο τον περιορισμό του πολιτικού κόστους.
Ακόμα όμως και οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, δεν επιβεβαιώνονται και, σε μεγάλο βαθμό αποτελούν ψεύδη. Αν κανείς εξετάσει τα στοιχεία για την υπερβάλλουσα θνησιμότητα το 2021, θα κάνει τη θλιβερή διαπίστωση ότι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου του 2021, την περίοδο δηλαδή που ξέσπασαν οι τεράστιες πυρκαγιές στην Αττική, στην Εύβοια και αλλού, το ποσοστό υπερβαλλόντων θανάτων έφτασε στο 61%, φέρνοντας την Ελλάδα στην πρώτη θέση – με μεγάλη διαφορά – μεταξύ όλων των χωρών της ΕΕ. Η Ελλάδα παρέμεινε στην πρώτη τετράδα για όλο τον Αύγουστο, με ποσοστά που ξεπερνούσαν το 20%. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι τέτοια ποσοστά υπερβάλλουσας θνησιμότητας δεν καταγράφηκαν στη χώρα μας όλο το χειμώνα του 2020 – 2021, εν μέσω πανδημίας που οδήγησε σε εκατόμβη νεκρών (το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό είναι 38% και καταγράφηκε τον Νοέμβριο του 2020, δηλαδή στην κορύφωση του πανδημικού κύματος). Αποδεικνύεται λοιπόν ότι η κυβερνητική πολιτική της καταστροφής τελικά κοστίζει πάρα πολύ σε ανθρώπινες ζωές, ακόμα και αν το κόστος αυτό αποκρύπτεται από την κυβέρνηση και δεν προβάλλεται στα κανάλια.
Οι διαρκείς αναφορές της ΝΔ στην κλιματική κρίση ως αιτία των καταστροφών επιχειρούν να παρουσιάσουν τις τραγωδίες των πυρκαγιών ως αποτέλεσμα της… κακής μας μοίρας. Φυσικά δεν είναι η πρώτη, ούτε η τελευταία φορά. Οι περισσότεροι θυμόμαστε την «ασύμμετρη απειλή» και τον «στρατηγό άνεμο», όπου αποδόθηκαν οι καταστροφές του 2007 στην Ηλεία. Και όλοι σίγουρα θυμόμαστε τους αντίστοιχους ισχυρισμούς που επιχείρησαν να καλύψουν τις εγκληματικές αποτυχίες της κυβέρνησης στη διαχείριση του χιονιά στην Αττική τους δύο τελευταίους χειμώνες, που αποδόθηκαν στο ότι «ήταν βαρύ το χιόνι» ή στο ότι το χιόνι έπεσε πρωί αντί για βράδυ. Είναι προφανές ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί παράγοντα που συμβάλλει στο ξέσπασμα δασικών πυρκαγιών και στις φυσικές καταστροφές, καθώς και ότι, σε πολλά μέρη του πλανήτη ξεσπούν μεγα – πυρκαγιές (που, ωστόσο, καμία σχέση δεν έχουν από πλευράς έκτασης ή δριμύτητας με τις μεσογειακές πυρκαγιές που καταστρέφουν την Ελλάδα κάθε καλοκαίρι). Όμως, η αναφορά στην κλιματική αλλαγή δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από δικαιολογία καθώς, μεταξύ άλλων, θα περίμενε κανείς ότι, εφόσον οι κυβερνητικοί μηχανισμοί διαπιστώνουν μια τέτοια συνθήκη, θα κάνουν και κάτι παραπάνω, εκτός από την διαπίστωση. Αντίθετα, αν και η διαπίστωση γίνεται εδώ και χρόνια, δεν έχει αλλάξει τίποτα ούτε στον επιχειρησιακό σχεδιασμό, ούτε στον εξοπλισμό και το προσωπικό της πυροσβεστικής. Πολύ περισσότερο, δεν έχει αλλάξει τίποτα στην πρόληψη. Ενώ το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας και του πυροσβεστικού σώματος βοά και καταγγέλλει ότι δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός πρόληψης και πυροπροστασίας, ότι είναι εγκληματική η έμφαση αποκλειστικά στην καταστολή των πυρκαγιών (και αυτή ανεπαρκής) και ότι η πρόληψη γίνεται εκτός αντιπυρικής περιόδου, με την χάραξη αντιπυρικών ζωνών, τους καθαρισμούς κ.ο.κ., η κυβέρνηση σφυρίζει αδιάφορα.
Ακόμα παραπάνω, σε όλα τα ζητήματα που αφορούν στην κλιματική αλλαγή και στην προστασία του περιβάλλοντος, η υποκρισία της ΝΔ του Μητσοτάκη είναι εξοργιστική. Δεν δικαιούται να μιλά για το περιβάλλον μία κυβέρνηση που περνάει σαν οδοστρωτήρας πάνω από κάθε περιορισμό θεσμικής προστασίας του περιβάλλοντος που είχε απομείνει, που απελευθερώνει πλήρως την ακραία εκμετάλλευση του δημόσιου χώρου και του φυσικού περιβάλλοντος στο βωμό των συμφερόντων του τουριστικού και βιομηχανικού κεφαλαίου, που διευκολύνει να ξεφυτρώνουν ξενοδοχεία και ανεμογεννήτριες σε κάθε σπιθαμή ανεκμετάλλευτων εκτάσεων, συχνά δασών. Δεν μπορεί να αναφέρεται στο περιβάλλον μία κυβέρνηση που, σε συνέχεια των προηγούμενων, οξύνει την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου σε ακραίο βαθμό και, χωρίς καμία ντροπή, προβάλλει ως καρδιά της «αναπτυξιακής» της στρατηγικής την ισοπέδωση της περιβαλλοντικής προστασίας. Η κλιματική κρίση δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Είναι αποτέλεσμα της υπερεκμετάλλευσης όλου του πλανήτη και της εξάντλησης των πόρων του στο βωμό της κερδοφορίας του κεφαλαίου, της κατασκευής αναγκών που εκτοξεύουν την ιδιωτική κατανάλωση, της αδηφάγας «ανάπτυξης» που απειλεί να οδηγήσει στο σημείο μη επιστροφής. Αυτό το μοντέλο υπηρετεί με περισσή συνέπεια η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Είναι προφανές ότι οι τεράστιες καταστροφές δεν είναι τυχαίες. Είναι αποτέλεσμα της εγκληματικής πολιτικής τους. Όπως και στο θέμα της πανδημίας, η ΝΔ του Μητσοτάκη όχι απλά αποτυγχάνει, αλλά συνειδητά ασκεί την πιο επιθετική, νεοφιλελεύθερη πολιτική διάλυσης και απαξίωσης των δημόσιων υπηρεσιών, της πολιτικής προστασίας, των μηχανισμών πρόληψης και καταστολής. Η επιθετική πολιτική της έχει ως στόχο την κοινωνική πλειοψηφία, τις εργαζόμενες τάξεις και τη νεολαία. Η μόνιμη απάντηση του αυταρχισμού και της καταστολής δεν μπορεί παρά να εξοργίζει το λαό όταν βλέπει τις προτεραιότητες της κυβέρνησης να δίνονται μόνο στην περαιτέρω κερδοσκοπία των «φίλων και ημέτερων» και όχι στην υγεία, την προστασία και τα στοιχειώδη κατοχυρωμένα δικαιώματά του. Εξίσου, δεν μπορεί παρά να εξοργίζει το λαό η προκλητική στήριξη των ΜΜΕ και κάθε είδους μηχανισμού που ξεδιάντροπα υποστηρίζει την πολιτική αυτή, αναπαράγοντας τα κυβερνητικά ψεύδη και κατασκευάζοντας αφηγήματα. Γιατί, είναι πραγματικά εξοργιστική η εικόνα της αποθέωσης του έργου της … αστυνομίας κατά τη διάρκεια μίας πυρκαγιάς που κατέκαψε δεκάδες χιλιάδες στρέμματα και κατέστρεψε περιουσίες. Όπως είναι εξοργιστική η προβολή, για μια ακόμα φορά, της διαβόητης ατομικής ευθύνης, αλλά και της προκλητικής καταστολής πολιτών οι οποίοι προσπαθούσαν να προστατεύσουν τα σπίτια τους από την πυρκαγιά.
Απέναντι σε μια κυβέρνηση που μας ζητά να υποκύψουμε στην μοιρολατρία, που μας ζητά να συνηθίσουμε τις επαναλαμβανόμενες καταστροφές, δεν μπορούμε να μείνουμε σιωπηλοί. Απέναντι σε μια πολιτική που καταστρέφει τη ζωή και την υγεία του λαού, που τσακίζει το φυσικό περιβάλλον, έχει έρθει προ πολλού η ώρα να αντισταθούμε και να αντιδράσουμε.
Ως Ανυπότακτη Αττική στεκόμαστε στο πλάι των πληγέντων και θεωρούμε εκ των ων ουκ άνευ την κινητοποίηση απέναντι στην περιβαλλοντοκτόντα και επικίνδυνη προς το λαό πολιτική της κυβέρνησης. Όλες οι δυνάμεις θα πρέπει ενιαία να δώσουν μια κινηματική και πολιτική απάντηση στην επαναλαμβανόμενη καταστροφή με σκοπό την υπεράσπιση του περιβάλλοντος, της υγείας, της ζωής!
Κάθε περιοχή της χώρας έχει σήμερα τυλιχτεί στις φλόγες. Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια να συνεχιστεί το διαρκές έγκλημα που εντείνεται κάθε χρόνο. Χρειάζεται τώρα πραγματική ενίσχυση και σοβαρό σχέδιο δασοπροστασίας και δασοπυρόσβεσης. Χρειάζεται τώρα να ανατραπεί το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που αποψιλώνει το περιβάλλον και προκαλεί την κλιματική κρίση.
Για άλλη μια χρονιά, τεράστιας κλίμακας πυρκαγιές έχουν αφήσει ήδη καταστροφικά αποτελέσματα στην Αττική και σε όλη τη χώρα, ενώ τα πύρινα μέτωπα διαρκώς αυξάνονται. Η μεγάλη πυρκαγιά της Βαρυμπόμπης έχει κάψει πάνω από 12.500 στρέμματα, ενώ μεγάλες πυρκαγιές έχουν ξεσπάσει στην Εύβοια, την Μεσσηνία, την Κω, τη Ρόδο, τη Λακωνία, την Ηλεία, τη Χαλκιδική, το Κιλκίς, την Κρήτη. Λίγες ημέρες έχουν περάσει από την καταστροφική πυρκαγιά στην Αχαΐα, ενώ δεν μπορεί να ξεχαστεί η καταστροφή της πυρκαγιάς στα Γεράνεια Όρη και την Κορινθία στις αρχές του καλοκαιριού.
Παρότι αποφεύχθηκε μέχρι τώρα η χειρότερη εξέλιξη της απώλειας ανθρώπινων ζωών, πρόκειται για μια βιβλική καταστροφή που, ότι και να γίνει από εδώ και πέρα, έχει ήδη αφήσει ανυπολόγιστες βλάβες στο περιβάλλον, τη φύση και τα οικοσυστήματα, αλλά και για την ανθρώπινη ζωή σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Μπροστά σε μια τέτοια καταστροφή, η κυβέρνηση δηλώνει ικανοποιημένη από την «υποδειγματική» εκτέλεση των «επιτελικών σχεδίων» αντιμετώπισης του πυρικού κινδύνου. ΑΙΔΩΣ ΑΡΓΕΙΟΙ!
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη περιφέρει του υπευθύνους αυτής της καταστροφής, τον Πρωθυπουργό, Υπουργούς και κυβερνητικά στελέχη και προκαλούν το λαό που για ακόμη μια φορά βρίσκεται αντιμέτωπος με τον φονικό κίνδυνο ανεξέλεγκτων πυρκαγιών και τις ολέθριες επιπτώσεις της επόμενης ημέρας. Σπίτια και περιουσίες, οικισμοί, χάθηκαν σε μια νύχτα. Ανυπολόγιστος μέχρι σήμερα αριθμός ζώων, ολόκληρων οικοσυστημάτων και ζωικών πληθυσμών εξαφανίστηκε στις φλόγες. Η απώλεια των δασικών εκτάσεων της Αττικής, της Πελοποννήσου, ολόκληρης της χώρας φτάνει μέχρι το σημείο εξαφάνισης.
Η κυβέρνηση δήλωσε δια στόματος Χρυσοχοΐδη πως «δεν πιάστηκε απροετοίμαστη». Αυτό την κάνει ακόμη περισσότερο ένοχη για το έγκλημα του βρίσκεται σε εξέλιξη. Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να επικαλείται τις καιρικές συνθήκες. Υποτίθεται ότι η αυτοί είναι οι λόγοι χαρακτηρισμού της περιόδου ως υψηλού κινδύνου. Μετά από τέτοια εκθετική αύξηση των πύρινων καταστροφών τα τελευταία έτη, πράγματι, η νέα καταστροφή δεν είναι αποτέλεσμα λάθους, δεν ήταν τυχαία ή αναπότρεπτη.
Πρόκειται για μια συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης, που αξιοποίησε μία από τις μεγαλύτερες ανθρώπινες τραγωδίες στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας, την φονική πυρκαγιά στο Μάτι, ως τυμβωρύχος και μόνο για πολιτική υπεραξία, αντί να διδαχθεί και να φροντίσει για τη γενναία αναδιοργάνωση και ενίσχυση του συστήματος πυροπροστασίας και δασοπροστασίας στη χώρα. Οι επιλογές και οι προτεραιότητες της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που εδώ και δύο χρόνια επενδύει αποκλειστικά στην καταστολή, την πρόσληψη αστυνομικών δυνάμεων, περιπολικών και δολοφονικού οπλισμού για την αστυνομία, ή την εξόφληση γραμματίων στα αργυρώνητα ΜΜΕ, σήμερα εκδηλώνουν τις επιπτώσεις τους. Αντί για 1000 ειδικούς φρουρούς που προσέλαβαν για να εισάγουν το Σεπτέμβρη στα πανεπιστήμια με την ΟΠΠΙ σήμερα θα μπορούσαν να δρουν 1000 περισσότεροι πυροσβέστες, ή ακόμη καλύτερα, άλλοι τόσοι περισσότεροι επιστήμονες να είχαν στελεχώσει τη δασική υπηρεσία προλαμβάνοντας την έκταση της καταστροφής. Την ίδια ακριβώς πολιτική καταδίκης των πολιτών αυτής της χώρας ακολούθησαν άλλωστε ακόμη και στην πανδημία του Covid-19, αρνούμενοι να ενισχύσουν το ΕΣΥ, τις ΜΕΘ, το απαραίτητο ιατρικό προσωπικό και εξοπλισμό. Πρόκειται για μια κυνική κυβέρνηση που συνειδητά αδιαφορεί για τις άμεσες επιπτώσεις που θα έχει σε απώλεια ανθρώπινων ζωών η πολιτική της, αρκεί να υπάρχει επαρκής αστυνομία για να καταστείλει όσους διαμαρτύρονται και ικανοποιημένη αυλή μέσων ενημέρωσης για να κρύβουν την πραγματικότητα.
Πρόκειται, ακόμη, για συνειδητή επιλογή διαχρονικά όλων των κυβερνήσεων που επέλεξαν σε μια χώρα με τέτοιες θερμοκρασίες, κλιματικά χαρακτηριστικά και αυξημένη συσχέτιση δασικών και οικιστικών περιοχών, αντί να ενισχύουν την πυροπρόληψη και πυροπροστασία την υποβίβασαν σε μια υπηρεσία εκτάκτων περιστάσεων που υπολειτουργεί, χωρίς σχεδιασμό. Οι προσλήψεις πυροσβεστών μετά την τραγωδία στο Μάτι είναι προφανές ότι δεν επαρκούν στο ελάχιστο για μια χώρα που κάθε καλοκαίρι καίγεται, τα μέσα πυρόσβεσης επίσης δεν επαρκούν ή είναι απαρχαιωμένα. Ακόμη και όσες προμήθειες μέσων πυρόσβεσης έγιναν, στερούνται σοβαρού σχεδιασμού, όπως χαρακτηριστικά συνέβη με τις αγορές αεροσκαφών τύπου καναντέρ που δεν μπορούν να κινηθούν σε κλιματικές συνθήκες υπερθέρμανσης και θερμοκρασίες άνω ων 38 βαθμών κελσίου, όπως αυτές που επικρατούν σήμερα.
Αλλά και συνολικά το σύστημα αντιμετώπισης του πυρικού φαινομένου στη χώρα μας, έχει αποτύχει και δεν μπορεί να συνεχίσει. Η αποκλειστική αντιμετώπιση των πυρκαγιών εκ των υστέρων, κατασταλτικά, δεν μπορεί να αποτρέψει την καταστροφική έκβαση της φωτιάς στις συνθήκες κλιματικής κρίσης που επικρατούν και ολοένα εντείνονται. Η ίδια η ακατανόητη επιλογή διάσπασης του συστήματος πρόληψης και πυρόσβεσης, που αποτέλεσε η ανάθεση του έργου της καταστολής των πυρκαγιών σε δάση και ύπαιθρο στο Πυροσβεστικό Σώμα, ενώ η πρόληψη και η αποκατάσταση των καμένων εκτάσεων είναι ευθύνη της Δασικής Υπηρεσίας, δείχνει τη βαθιά υποτίμηση των κυβερνήσεων, αλλά και των αυτοδιοικητικών αρχών, διαχρονικά στην ανάγκη να αναπτυχθεί ένας σοβαρός κρατικός σχεδιασμός πρόληψης της εμφάνισης τέτοιων πυρκαγιών που να εξελίσσονται καταστροφικά. Ένας τέτοιος σχεδιασμός απαιτεί έμφαση στην πρόληψη, την επιστημονική παρακολούθηση με προσωπικό πολλών ειδικοτήτων των δασικών χαρακτηριστικών κάθε περιοχής, των κλιματικών εξελίξεων, των βιομηχανικών και οικονομικών δραστηριοτήτων και των επιπτώσεών τους στην όξυνση των κινδύνων πυρός ή πλημμυρών, την συντονισμένη και εμπεριστατωμένη ανάπτυξη αντιπυρικών ζωνών, την ανάπτυξη δυνάμεων και υποδομών δασοπροστασίας, τη διενέργεια καθαρισμών από υλικά που μπορούν να τροφοδοτήσουν μια ανεξέλεγκτη πυρκαγιά.
Υπό τις συνθήκες ακραίου και παρατεταμένου καύσωνα που επικρατεί στη χώρα, που σε συνδυασμό με τις κακοκαιρίες του χειμώνα που πέρασε (Μήδεια, Ιανός) παρέχει αυξημένη διαθέσιμη ξηρή καύσιμη ύλη που διευκολύνει την επέκταση της φωτιάς χωρίς να απαιτούνται ισχυροί άνεμοι, οι συνθήκες βοούσαν για τον αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιών τόσο ανεξέλεγκτων που, όπως οι τωρινές, είναι αυτοτροφοδοτούμενες. Ενώ αυτά ήταν γνωστά, καμία κυβερνητική πρωτοβουλία δεν ανέλαβε την ευθύνη της πρόληψης της καταστροφής, προχωρώντας λόγου χάρη σε καθαρισμό δασικών περιοχών από επικίνδυνα υλικά και παρακολούθηση των επιπέδων της ξηρασίας και ανομβρίας.
Οι επαναλαμβανόμενοι πλέον καύσωνες που προκαλούν τις πυρκαγιές με τέτοια χαρακτηριστικά, και τα ακραία καιρικά φαινόμενα που τείνουν να γίνουν συνήθεια, δεν είναι ούτε αυτά φυσικά φαινόμενα. Το μοντέλο της αδηφάγας ανάπτυξης, που δεν θα σταματήσει μέχρι να καταπατήσει και την τελευταία ρανίδα του περιβάλλοντος και της φύσης, έως εξαντλήσεως της δυνατότητας οικονομικής εκμετάλλευσης, είναι αυτό που έχει οδηγήσει στην κλιματική κρίση. Η αύξηση της στάθμης της θερμοκρασίας στον πλανήτη και στη χώρα μας, συνέπεια της αποψίλωσης των δασών, της εξαφάνισης κάθε πνεύμονα πρασίνου στα αστικά και ημιαστικά περιβάλλοντα, της ενεργειακής σπατάλης των καπιταλιστικών κολοσσών, θα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ένταση των πυρκαγιών που δεν θα βρίσκουν ούτε τα φυσικά πλέον εμπόδια του κλίματος και ενός ισορροπημένου οικοσυστήματος για να σταματήσουν το καταστροφικό τους πέρασμα. Αντίστοιχα, η καταστροφή των δασών και του ριζικού συστήματος των δέντρων, προκαλεί με τη σειρά της ανεξέλεγκτες πλημμύρες σε κατοικημένες περιοχές, οδηγώντας σε αυτοτροφοδοτούμενες ανθρώπινες τραγωδίες.
Είναι οι περίφημες «επενδύσεις» ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας σε γιγάντια οικονομικά συμφέροντα στο βιομηχανικό, ενεργειακό, εξορυκτικό, τουριστικό κλάδο, που από τη μία προκαλούν και επιταχύνουν την κλιματική καταστροφή, και την ίδια στιγμή την εκμεταλλεύονται για να επεκτείνουν την κερδοφορία τους. Όταν οι πολίτες βλέπουν μπροστά στα μάτια τους κάθε καμένη γη χιλιάδων στρεμμάτων όπως στα Γεράνεια Όρη ή στην Εύβοια να αποτελεί το καλύτερο φιλέτο να ξεφυτρώσουν οι ανεμογεννήτριες των ενεργειακών κολοσσών, ή όπως η ευρύτερη περιοχή του Τατοίου, που σήμερα είναι αποκαΐδια, να έχει ήδη ανακοινωθεί ότι θα αποτελέσει τον επόμενο στόχο παρεμβάσεων και «επενδύσεων», είναι το μόνο λογικό να προκαλούνται σοβαρότατα ερωτήματα για το ποιοι εξυπηρετούνται από την καταστροφή της ζωής χιλιάδων ανθρώπων. Αλλά και ερωτήματα για το εάν τελικώς η επίμονη αδράνεια του κρατικού μηχανισμού να αντιμετωπίσει με έναν ολιστικό και αποτελεσματικό τρόπο το πρόβλημα δεκαετιών της δασοπροστασίας και των πυρκαγιών, δεν είναι απλώς θέμα ανικανότητας, αλλά ένας μακάβριος τρόπος εξυπηρέτησης των πιο ισχυρών συμφερόντων και επιχειρηματικών σχεδιασμών που σβήνουν το περιβάλλον για να επεκτείνουν την κερδοφορία τους σε κάθε δυνατό πεδίο.
Εάν για αυτούς η φύση, τα δάση μας, τα πουλιά και τα άγρια ζώα, τα σπίτια μας, είναι απλώς έναν εμπόδιο στις επενδυτικές τους δυνατότητες, για εμάς είναι η ζωή και το μέλλον μας.
Οι εργαζόμενοι/ες, οι πολίτες, η νεολαία, τα τοπικά κινήματα, οι δυνάμεις της αριστεράς και του αγώνα πρέπει να συστρατευτούν για έναν μεγάλο αγώνα ενάντια σε αυτήν την καταστροφική πολιτική. Η Ανυπότακτη Αττική θα παλέψει για να μπει ένα τέλος στις εγκληματικές πολιτικές διάλυσης των κρατικών λειτουργιών με κοινωνικό πρόσημο στο βωμό της λιτότητας και της καταστολής στους συνολικούς σχεδιασμούς παράδοσης των δασών, των οικισμών και του περιβάλλοντος σε αδηφάγα σχέδια.
Η διοίκηση της Περιφέρειας Αττικής που έχει υποστεί τις τελευταίες δεκαετίες σχεδόν 1 στις 6 από τις μεγαλύτερες πυρκαγιές της επικράτειας και το 6,3% του συνολικού αριθμού των καμένων εκτάσεων στην επικράτεια, που έχει την τραγική πρωτιά στις απώλειες ανθρώπινων ζωών από πυρκαγιές, είναι συνένοχη για την σιωπή και την συναίνεσή της στη συνέχιση αυτής της πολιτικής.
Το αυτοδιοικητικό κίνημα με πρωτοβουλίες και αγώνες πρέπει να πρωτοστατήσει την διεκδίκηση ενός βιώσιμου για τη φύση και τους ανθρώπους σχεδιασμού προστασίας. Με όλες μας τις δυνάμεις θα αγωνιστούμε να μην πνιγούμε μέσα στην ασφυξία.