Το νέο αναπτυξιακό νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης συνιστά την πρώτη σημαντική κίνηση της νέας κυβέρνησης στο οικονομικό επίπεδο. Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει διατάξεις που ρυθμίζουν κυρίως τις διαδικασίες αδειοδότησης και επιτάχυνσης μεγάλων επενδύσεων σε όλους σχεδόν τους τομείς, διατάξεις για την επιτάχυνση και ψηφιοποίηση γραφειοκρατικών και δικαστικών διαδικασιών, διατάξεις ρύθμισης του νομοθετικού πεδίου στον τομέα των νέων τεχνολογιών τηλεπικοινωνιών, διατάξεις για ασφαλιστικά θέματα και φυσικά διατάξεις που αφορούν άμεσα τα δικαιώματα των μισθωτών εργαζόμενων.
Η λογική που διαπνέει το σύνολο των νέων ρυθμίσεων είναι η νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση. Δηλαδή, είτε στα πεδία της περιβαλλοντικής προστασίας από τις επονομαζόμενες μεγάλες επενδύσεις, είτε της προστασίας της νομιμότητας και ορθολογικότητας ως προς τους συντελεστές δόμησης, είτε της δημόσιας υγείας όσον αφορά τις κεραίες, είτε φυσικά της προστασίας των εργαζόμενων από την εργοδοτική αυθαιρεσία και την κατά βούληση απόφαση για μισθούς, ωράρια, υπερωρίες κ.λπ., οι ρυθμίσεις του νέου νομοσχεδίου κινούνται ξεκάθαρα προς την αναμενόμενη κατεύθυνση: «όλα για τους επενδυτές, όλα για τους εργοδότες». Η κατεύθυνση αυτή αντανακλά την πεποίθηση ότι για την έλλειψη επενδύσεων φταίνε η περιβαλλοντική προστασία, η ποιότητα ζωής των πολιτών και οι καλοπληρωμένοι εργαζόμενοι. Έτσι, οποιαδήποτε ρύθμιση «απελευθερώνει» τους επενδυτές από αυτά τα «βάρη» είναι αναγκαία και γράφεται στο νομοσχέδιο.
Ιδίως στα εργασιακά θέματα, οι ρυθμίσεις που προτείνονται είναι καταστροφικές, επεκτείνοντας δυσμενείς για τους μισθωτούς τροποποιήσεις που είχαν περάσει στη διάρκεια των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων.
Θεσπίζεται η δυνατότητα εξαίρεσης επιχειρήσεων από όρους κλαδικών συμβάσεων και αλλάζει η σειρά ισχύος των συμβάσεων.
Εισάγεται ένας επιπλέον όρος/κριτήριο ως προϋπόθεση στην ήδη δυσχερή επεκτασιμότητα μιας συλλογικής σύμβασης, ο οποίος είναι εντελώς προκλητικός: Χρειάζεται να τεκμηριωθεί ότι δεν θα υπάρχουν και αρνητικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα! Δηλαδή να τεκμηριωθεί από τα συνδικαλιστικά όργανα ότι η τυχόν μεγαλύτερη αμοιβή των εργαζόμενων στους οποίους μπορεί να επεκτείνεται η συλλογική σύμβαση δεν μειώνει την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησής όπου εργάζονται! Πράγμα που, και με απλή λογική, είναι σχεδόν αδύνατο, αφού ο μισθός του εργαζόμενου είναι κόστος για τον εργοδότη.
Έπειτα στις συλλογικές συμβάσεις πλέον θα μπορεί να προστίθεται όρος εξαίρεσης των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρές δυσκολίες. Και πάλι δηλαδή θα την πληρώνουν οι εργαζόμενοι. Την ίδια εξαίρεση και προνομιακή τους μεταχείριση εις βάρος των εργαζόμενων θα μπορούν να πετυχαίνουν οι πτωχεύοντες εργοδότες και με προσφυγή στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας. Και πάλι θα την πληρώνουν οι εργαζόμενοι.
Εισάγεται προτίμηση τοπικών συλλογικών συμβάσεων έναντι κλαδικών, πράγμα που και πάλι ευνοεί εργοδότες που θα ρυθμίσουν τοπικά δυσμενέστερους όρους με τους εργαζόμενούς τους.
Η προσπάθεια δε εφαρμογής μητρώου συλλογικών συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι μία ακόμη προσπάθεια ελέγχου των συνδικάτων, καταγραφής της δραστηριότητάς τους και οριοθέτησής τους.
Οι ρυθμίσεις αυτές είναι μόνο πρώτο βήμα της νέας κυβέρνησης για την «απελευθέρωση» των εργαζόμενων από τα δικαιώματά τους, και το πισωγύρισμα αιώνες πίσω στην προστασία τους.
Οι όποιες διατάξεις αυστηροποιούν το πλαίσιο για την υποδηλωμένη εργασία, μικρό ρόλο θα παίξουν στον περιορισμό της μαύρης εργασίας, αφού δεν διασφαλίζουν οποιοδήποτε αντίβαρο προς όφελος του εργαζόμενου σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων του. Ενώ ταυτόχρονα, διαμορφώνουν όρους για να παρακάμπτεται το ήδη ισχύον πλαίσιο για την υπερωριακή εργασία, προς όφελος των εργοδοτών. Η σιωπή, η εργασιακή ομερτά, θα παραμείνει το μεγαλύτερο όπλο των ασύδοτων εργοδοτών.
Το πολυνομοσχέδιο πρέπει να συναντήσει τις αντιδράσεις που του αναλογούν από το συνδικαλιστικό κίνημα, τα σωματεία και τις ομοσπονδίες των εργαζόμενων. Δεν πρέπει να υπάρξει κανενός είδους συναίνεση ή συνδιαλλαγή στη βάση αυτού του νομοσχεδίου, αλλά, αντίθετα, διεκδίκηση επέκτασης των δικαιωμάτων, των συλλογικών συμβάσεων, της προστασίας, των κυρώσεων για αδήλωτη εργασία, της Επιθεώρησης Εργασίας.
Η Ανυπότακτη Αττική θα βρεθεί στους δρόμους του αγώνα και θα στηρίξει κάθε κίνηση αντίθεσης στο πολυνομοσχέδιο, απαιτώντας ταυτόχρονα τις καλύτερες συνθήκες για τους εργαζόμενους στην Περιφέρεια Αττικής και σε όλους τους τομείς ευθύνης της.