Την Τετάρτη 25 Αυγούστου συνεδρίασε το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής, με θέμα τις καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν την Αττική. Τόσο ο Περιφερειάρχης, όσο και οι αρμόδιοι θεματικοί και χωρικοί αντιπεριφερειάρχες δεν αναγνώρισαν καμία ευθύνη, ούτε δική τους, ούτε της κυβέρνησης. Το ίδιο ακριβώς έπραξαν και οι δήμαρχοι Αχαρνών, Ωρωπού, Διονύσου, Μάνδρας – Ειδυλλίας, οι οποίοι είχαν κληθεί και συμμετείχαν στη συνεδρίαση. Τόσο ο Περιφερειάρχης και η διοικούσα παράταξη, όσο και οι δήμαρχοι, περιορίστηκαν στο να εξαίρουν την «άμεση ανταπόκριση» δήμων και Περιφέρειας, χωρίς να δίνουν καμία απάντηση στο ερώτημα ποιος έχει την ευθύνη για την τεράστια οικονομική και περιβαλλοντική καταστροφή που προκάλεσαν οι πυρκαγιές στην Αττική, παρά τις επίμονες ερωτήσεις της αντιπολίτευσης. Φυσικά, καμία πολιτική πίεση δεν σκοπεύουν να ασκήσουν στην κυβέρνηση για την εγκληματική πολιτική της, ούτε και για να αποτραπούν αντίστοιχες καταστροφές στο μέλλον.
Προκαλεί αλγεινή εντύπωση, αλλά όχι έκπληξη, η στάση του Περιφερειάρχη που δεν αναφέρθηκε σε καμία απολύτως παράλειψη από την πλευρά της κυβέρνησης, της αυτοδιοίκησης και του κρατικού μηχανισμού, εντόπισε το «πρόβλημα» στους δασάρχες και στην πυροσβεστική, ενώ δεν έκανε καν αναφορά στις ελλείψεις επίγειων και εναέριων μέσων, στις καθυστερήσεις, στο έλλειμμα συντονισμού, αλλά και στην πλήρη έλλειψη προετοιμασίας και μέτρων δασοπροστασίας.
Την στιγμή που γινόταν η συζήτηση στο Συμβούλιο, σύμφωνα με τον επίσημο απολογισμό της Περιφέρειας, η καταστροφή ξεπερνούσε τα 240.000 καμένα στρέμματα και εκατοντάδες καμένα σπίτια και επιχειρήσεις. Ωστόσο, καμία πρόταση και καμία κριτική στην κυβέρνηση δεν έγινε από την Περιφερειακή Αρχή, ενώ, κατά την προσφιλή συνήθεια της διοικούσας παράταξης δεν λήφθηκε καμία απολύτως απόφαση. Παράλληλα, καμία πολιτική ευθύνη δεν ανέλαβε η διοικούσα παράταξη, παρά το γεγονός ότι γνώριζε ότι το σχέδιο διαχείρισης φυσικών καταστροφών που εγκρίθηκε με τις δικές της ψήφους (αλλά και τις ψήφους της Δύναμης Ζωής, της Χρυσής Αυγής και της παράταξης Τζήμερου), δεν ήταν σε θέση να προστατεύσει την Αττική από τις πυρκαγιές και παρά το γεγονός ότι η ανεπάρκεια της προετοιμασίας και των μέσων πυρόσβεσης είχε ήδη αποδειχθεί από τη μεγάλη πυρκαγιά στα Γεράνεια.
Πατούλης και διοικούσα παράταξη, αλλά και οι δήμαρχοι των περιοχών που καταστράφηκαν ολοσχερώς, κάλυψαν πλήρως την κυβέρνηση, τόσο ως προς τη διαχείριση των πυρκαγιών, όσο και ως προς τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν για την «αντιμετώπισή τους». Μέτρα που περιλαμβάνουν ψίχουλα για τους πυρόπληκτους και την ίδια στιγμή προωθούν την ιδιωτικοποίηση της δασοπροστασίας και της αναδάσωσης με τους «αναδόχους δασών» και τις ιδιωτικές δωρεές, την ατομική ευθύνη για την καταστροφή σπιτιών και περιουσιών, την καταστροφική διαχείριση μέσα από την ανάθεση σε ιδιώτες των καθαρισμών που βάζουν τις μπουλντόζες μέσα στα καμένα, δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα. Ενώ «κλείνουν το μάτι» στα επιχειρηματικά συμφέροντα, αφήνοντας περιθώρια αξιοποίησης των καμένων περιοχών, εγκατάστασης ανεμογεννητριών κ.λπ.
Την ίδια στιγμή, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι το ενδεχόμενο περαιτέρω καταστροφών από πλημμύρες είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτό, δεν υπάρχει ούτε σκέψη για ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης, μέσα από τον καθαρισμό των καμένων εκτάσεων και ιδιαίτερα των ρεμάτων με σεβασμό στη φύση και στην ενίσχυση των φυσικών μηχανισμών διατήρησης των υδάτων, με την τοποθέτηση κορμοδεμάτων για την διατήρηση του χώματος κ.λπ., με δασολογικές μελέτες για την μακροπρόθεσμη αποκατάσταση των κατεστραμμένων δασικών εκτάσεων και την προστασία τους. Αντίθετα, προωθούν το γνωστό μοντέλο της αδιάκριτης αποψίλωσης, από τις μπουλντόζες των εταιριών που λυμαίνονται τον φυσικό πλούτο και το περιβάλλον της Αττικής, χωρίς κανέναν απολύτως σχεδιασμό. Αυτή η «διαχείριση» θα έχει επιπλέον καταστροφικά αποτελέσματα. Επιπλέον, καμία απάντηση δεν δίνεται για τον σχεδιασμό και την ολοκλήρωση αντιπλημμυρικών έργων, με σεβασμό στο περιβάλλον, ακόμα και σε περιοχές που η έλλειψη αντιπλημμυρικής θωράκισης έχει ήδη οδηγήσει σε τραγωδίες, οι οποίες απειλούνται εκ νέου με πλημμύρες.
Εντύπωση επίσης προκαλεί ότι από την συζήτηση απουσίαζε οποιαδήποτε τοποθέτηση ή πίεση για την λήψη μέτρων στήριξης των πυρόπληκτων, τόσο άμεσα, όσο και σε βάθος χρόνου.
Επιπλέον, δεν έλειψε η αναφορά στην κλιματική αλλαγή, τόσο από τον Περιφερειάρχη, όσο και από τη διοικούσα παράταξη συνολικά. Προφανώς και στο ζήτημα αυτό, η υποκρισία περισσεύει. Ο Περιφερειάρχης θυμάται την κλιματική αλλαγή μόνο όταν πρόκειται να δικαιολογήσει την εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης που υποστηρίζει και να αποκρύψει τις ευθύνες της Περιφέρειας, ή όταν θέλει να αναθέσει «πρωτοβουλίες» για την αντιμετώπισή της σε διάφορες υπό ίδρυση εταιρίες ειδικού σκοπού και αμφίβολων στόχων, την ίδια στιγμή που στις υπηρεσίες εξακολουθεί να βασιλεύει η υποστελέχωση. Ωστόσο, ο ίδιος σθεναρά στηρίζει τα «αναπτυξιακά έργα» που υλοποιούνται με χρηματοδότηση της Περιφέρειας και κατατείνουν στον ακόμα μεγαλύτερο περιορισμό των χώρων πρασίνου της Αττικής, την καταστροφική διαχείριση των απορριμμάτων, ο ίδιος υπερθεμάτισε και αρνήθηκε να καταδικάσει και να ζητήσει να μην ψηφιστεί ο περιβαλλοντοκτόνος νόμος Χατζηδάκη.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μία τεράστια καταστροφή, με περισσότερα από 1,3 εκατομμύρια καμένα στρέμματα, με την Ελλάδα να έχει τη θλιβερή πρωτιά της χώρας με τα περισσότερα καμένα στρέμματα ανά δασική πυρκαγιά στη Μεσόγειο, με 500% αύξηση των καμένων εκτάσεων σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2008 -2020. Παράλληλα, έχουμε να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο των πλημμύρων, αλλά και της ακόμα πιο δραματικής αλλαγής του κλίματος στην Αττική, που θα έρθει ως αποτέλεσμα της καταστροφής των πνευμόνων πρασίνου. Ενώ ταυτόχρονα εκατοντάδες οικογένειες στην Αττική έχουν βρεθεί στο δρόμο, ή με τους κόπους μιας ζωής κατεστραμμένους από τις φλόγες.
Είναι δεδομένο ότι η πολιτική της διοίκησης της Περιφέρειας, αλλά και της κυβέρνησης δεν πρόκειται να εξασφαλίσει καμία προστασία από αυτούς τους κινδύνους. Η κυβέρνηση αποδέχεται, προωθεί και εμβαθύνει την καταστροφική υποστελέχωση της δασικής υπηρεσίας και τη διάσπασή της, τις ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό και χερσαία και εναέρια μέσα, αλλά και τη συνολικότερη πολιτική της παράδοσης του φυσικού περιβάλλοντος στα επιχειρηματικά συμφέροντα. Δαπανά τεράστια ποσά για την καταστολή, την αστυνομία και τους εξοπλισμούς, την ίδια στιγμή που αφήνει το περιβάλλον πλήρως απροστάτευτο. Την ίδια κατεύθυνση υλοποιεί και η Περιφέρεια Αττικής, είτε προωθώντας και υποστηρίζοντας περιβαλλοντοκτόνα έργα και πολιτικές, είτε αδιαφορώντας πλήρως απέναντι στις κυβερνητικές ευθύνες. Απέναντι σε αυτή την πολιτική πρέπει να αντιδράσουμε όλοι: δυνάμεις της αυτοδιοίκησης, περιβαλλοντικά κινήματα, συλλογικοί φορείς, είναι επιτακτικό να αγωνιστούμε από κοινού για να πάψει αυτή η καταστροφική πολιτική και να προληφθούν οι επόμενες καταστροφές.
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ
- Την άμεση χαρτογράφηση και κήρυξη αναδασωτέων όλων των καμένων εκτάσεων, με πλήρη απαγόρευση κάθε αλλαγής χρήσης γης και απαγόρευση κάθε δραστηριότητας στα καμένα.
- Την προστασία και την υποβοήθηση της φυσικής αναδάσωσης, αλλά και την ενίσχυση της δασοπροστασίας, με σεβασμό στο περιβάλλον και υπό την πλήρη ευθύνη και σχεδιασμό των δημόσιων υπηρεσιών. Καμία σκέψη για την ανάθεση της αναδάσωσης και της πυροπροστασίας σε ιδιώτες.
- Την άμεση αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού και των απαραίτητων μέσων, με προσλήψεις πυροσβεστών, αλλά και του αναγκαίου προσωπικού για την ενίσχυση των δασαρχείων και με την απόκτηση σύγχρονων και επαρκών χερσαίων και εναέριων μέσων πυρόσβεσης.
- Την αναβάθμιση της δασικής υπηρεσίας. Ενιαία δασική υπηρεσία, με όλο το απαραίτητο προσωπικό και χρηματοδότηση.
- Την άμεση και συνολική αποκατάσταση των πυρόπληκτων.
- Την άμεση εκπόνηση συνολικού σχεδιασμού για τον καθαρισμό των καμένων εκτάσεων και των ρεμάτων, με μεθοδολογίες που θα υποβοηθούν τους φυσικούς μηχανισμούς συγκράτησης του χώματος και των υδάτων, αλλά και την επιτάχυνση και ολοκλήρωση της αντιπλημμυρικής θωράκισης της Αττικής.
- Την διατήρηση και αύξηση των ελεύθερων χώρων πρασίνου στην Αττική. Την στιγμή που το λεκανοπέδιο κάηκε, πρέπει να σταματήσουν τα σχέδια μετατροπής του Ελληνικού, της ΠΥΡΚΑΛ κ.λπ. σε τσιμέντο. Την πλήρη προστασία των χώρων πρασίνου, του περιαστικού δάσους, των δασών στους ορεινούς όγκους του λεκανοπεδίου.
- Την κατάργηση του περιβαλλοντοκτόνου νομοσχεδίου Χατζηδάκη.